Η εβδομάδα μετά το δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου και τα διλήμματα
Η εβδομάδα που ακολούθησε το δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου 2015 είναι από εκείνες τις ιστορικές στιγμές που δεν ανήκουν απλώς στο παρελθόν – συνεχίζουν να μας μιλούν για το μέλλον. Η χώρα είπε ένα ξεκάθαρο «Οχι» σε μια πρόταση των Θεσμών που δεν έδινε καμία προοπτική εξόδου από τα μνημόνια. Ομως λίγες μέρες αργότερα οι διαπραγματεύσεις κατέληξαν σε έναν αναγκαίο αλλά ετεροβαρή συμβιβασμό με τη μορφή ενός τρίτου μνημονίου. Τι μεσολάβησε; Η απάντηση δεν βρίσκεται σε φανταστικά αφηγήματα αλλά σε μια αλυσίδα γεγονότων που κατέληξαν στη μορφή ενός τελεσίγραφου. Αυτό που συνέβη ήταν ότι η δυναμική του «Οχι» και οι προσπάθειες για αμοιβαία επωφελή συμφωνία ήρθαν αντιμέτωπες με τις δυνάμεις που επεδίωκαν το Grexit. Ηταν οι δυνάμεις, που με βασικό εκφραστή τον γερμανό υπουργό Οικονομικών Σόιμπλε, δεν ήθελαν συμφωνία αλλά επεδίωκαν, από την αρχή της κρίσης, την έξοδο της Ελλάδας από το ευρώ ή τη μετατροπή της σε μια χώρα με περιορισμένη κυριαρχία, ένα είδος προτεκτοράτου. Το δίλημμα παρουσιάστηκε για πρώτη φορά το 2011 στον Ευάγγελο Βενιζέλο, τότε υπουργό Οικονομικών. Το ίδιο επανήλθε τώρα, γραπτά αυτή τη φορά, στο Eurogroup και στη σύνοδο κορυφής. Το «Οχι» δεν ακυρώθηκε, αλλά συγκρούστηκε με ευρωπαϊκά τελεσίγραφα και απειλές, δεν έγινε «κωλοτούμπα» αλλά αναγκαστικός συμβιβασμός.
Οι συνθήκες στις οποίες έγινε η διαπραγμάτευση αποκάλυψαν την υποβάθμιση της δημοκρατίας, την επιβολή του δικαίου του ισχυρού, την απομάκρυνση της Ευρώπης από τις ιδρυτικές αρχές και αξίες. Αυτό που έγινε στις 11 και 12 Ιουλίου, στο Eurogroup και στη Σύνοδο Κορυφής, δεν ήταν διαπραγμάτευση αλλά διαχείριση ενός τελεσιγράφου. Και δεν είναι τυχαίο που πολλοί μίλησαν για θεσμική εκτροπή. Ενδεικτικό είναι ότι το παγκόσμιο hashtag, #ThisIsACoup, που δημιουργήθηκε στο Twitter για να σχολιαστεί η σκληρή στάση απέναντι στην Ελλάδα και την ελληνική κυβέρνηση, συγκέντρωσε την πρώτη ημέρα της δημιουργίας του πάνω από 100 εκατομμύρια μηνύματα από όλον το κόσμο.
Το γερμανικό Συνταγματικό Δικαστήριο
Η απειλή μιας χώρας με έξοδο από το ευρώ απαιτούσε, σύμφωνα με το γερμανικό Σύνταγμα, ενημέρωση του κοινοβουλίου, πράγμα που δεν έγινε. Το κόμμα των Πρασίνων προσέφυγε στο γερμανικό Συνταγματικό Δικαστήριο καταγγέλλοντας τις αδιαφανείς πρακτικές του Σόιμπλε. Σε απόφασή του που εκδόθηκε το 2021, το Συνταγματικό Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι ο Σόιμπλε έπρεπε να είχε ενημερώσει το κοινοβούλιο πριν στείλει το έγγραφο με το συγκεκριμένο περιεχόμενο στο Eurogroup. Προχώρησε μάλιστα ένα βήμα παραπέρα διαπιστώνοντας ότι αυτή η κίνηση δεν μπορούσε να έχει γίνει ερήμην της κυβέρνησης. Δεν μπορούσε να μπει σε απόφαση του Eurogroup η απειλή για Grexit, ούτε μπορούσε να εισαχθεί στη σύνοδο κορυφής το θέμα αυτό χωρίς τη συνεργασία και σύμφωνη γνώμη της καγκελαρίου Μέρκελ. Το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι την Τετάρτη, 9 Ιουλίου, έγινε σχετική κυβερνητική σύσκεψη. «Η καγκελάριος, ο αντικαγκελάριος και ο ομοσπονδιακός υπουργός Οικονομικών», αναφέρει η απόφαση του δικαστηρίου, «είχαν πραγματοποιήσει συζητήσεις, στις οποίες τέθηκε – έστω και παρεμπιπτόντως – το ενδεχόμενο μιας εθελοντικής και προσωρινής εξόδου της Ελλάδας από τη ζώνη του ευρώ». Για το γερμανικό Συνταγματικό Δικαστήριο δεν μένει αμφιβολία πως σε ό,τι έγινε υπήρξε γνώση και συνέργεια της καγκελαρίου και της γερμανικής κυβέρνησης. (Απόφαση του γερμανικού Συνταγματικού Δικαστηρίου https://www.bundesverfassungsgericht.de/SharedDocs/Pressemitteilungen/EN/2021/bvg21-043.html) Η καγκελάριος Μέρκελ στα απομνημονεύματά της δεν αρνείται ότι ήταν σε πλήρη συντονισμό με τον Σόιμπλε. «Ηθελα», αναφέρει, «να συντονίσω μαζί του κάθε βήμα των διαβουλεύσεων». (Angela Merkel, Ελευθερία, εκδ. Μεταίχμιο, 2024, σ. 455)
Η πρόσφατη επίσκεψη της κυρίας Μέρκελ στην Ελλάδα ήταν μια ευκαιρία για απαντήσεις σε εύλογα ερωτήματα, αλλά ούτε ρωτήθηκε, ούτε η ίδια έκρινε σκόπιμο να αναφερθεί στο θέμα. Δεν ήταν ευχάριστο, ασφαλώς. Για μας όμως είναι η ιστορία μας και η ιστορία δεν γράφεται με αποσιωπήσεις. Και αυτό δεν αφορά μόνο τους «άλλους», πρωτίστως αφορά το εγχώριο σύστημα, το οποίο στο όνομα του πολέμου κατά της κυβερνητικής εμπειρίας της Αριστεράς αποσιωπά κρίσιμα ιστορικά γεγονότα, όπως η εβδομάδα μετά το δημοψήφισμα που αντιμετωπίζεται σαν να ήταν νεκρός χρόνος, αλλά δεν ήταν.
Ο Γιάννης Δραγασάκης είναι πρώην αντιπρόεδρος της κυβέρνησης της περιόδου 2015-2019