Κωνσταντίνος Κόμπος: «Δεν μπορεί να υπάρξει λύση για την Ουκρανία χωρίς την Ουκρανία»
Η συνέντευξη με τον υπουργό Εξωτερικών της Κυπριακής Δημοκρατίας, Κωνσταντίνο Κόμπο, έγινε την ώρα που ένα πλοίο με 1.200 τόνους βοήθεια για τη Γάζα από την Κύπρο έδενε στο λιμάνι του Ασντόντ. Η κουβέντα δεν έμεινε στο Μεσανατολικό. Κάποια στιγμή στράφηκε αναπόφευκτα και στο αυτονόητο: Φοβάται ή όχι η Λευκωσία την «ουκρανοποίηση» του Κυπριακού;
Ο ΟΗΕ αποκάλεσε την τελευταία μεγάλη ομολογουμένως κυπριακή βοήθεια «κρίσιμο βήμα για την ανακούφιση των δεινών της Γάζας». Γιατί είναι τόσο κρίσιμο αυτό το βήμα ειδικά;
Ξεκινούμε από το ότι είναι εξαιρετικά δύσκολη και από ανθρωπιστικής άποψης απαράδεκτη η κατάσταση στη Γάζα. Ο,τι μπορεί να προσφερθεί είναι σημαντικό. Εμείς εδώ και πάρα πολύ καιρό προσπαθούμε να συνδράμουμε διά θαλάσσης. Αυτή η δυνατότητά μας επέτρεψε να σταλούν μεγάλες ποσότητες, τώρα άλλοι 1.200 τόνοι. Μαζί και το μήνυμα ότι η Κύπρος, η οποία θα αναλάβει και την προεδρία της ΕΕ το επόμενο εξάμηνο, δεν είναι αδρανής παρατηρητής. Προτεραιότητα σήμερα πρέπει να είναι η απελευθέρωση των ομήρων, ο τερματισμός των επιχειρήσεων στη Γάζα, η υπέρβαση της ανθρωπιστικής κρίσης και βέβαια ο πολιτικός ορίζοντας, το μέλλον, το οποίο είναι αλληλένδετο. Εχει όμως σημασία η προτεραιοποίηση αυτών των δύο διαδικασιών.
Πώς διατηρείται η ισορροπία στις στενότατες σχέσεις της Κύπρου με το Ισραήλ όπως και με τους Παλαιστινίους, ειδικά υπό αυτές τις συνθήκες;
Κάθε χώρα προσπαθεί να εξυπηρετεί τα συμφέροντά της. Τα δικά μας συμφέροντα δεν μας επιτρέπουν να είμαστε επιλεκτικοί ως προς τις σχέσεις μας με χώρες της περιοχής. Επίσης αυτή η προσέγγιση διατήρησης καλών σχέσεων με όλες τις πλευρές μάς δίνει ένα πλεονέκτημα για να έχουμε έναν πιο ενεργό ρόλο στο πεδίο. Οπως στο ανθρωπιστικό.
Ειδικά ως προς το Ισραήλ, βέβαια, υπάρχει και έντονη αντίδραση από κάποιους…
Υπάρχουν πάντοτε φωνές αντίδρασης. Είναι φωνές λογικής μηδενικού αθροίσματος. Μας καλούν λ.χ. να διακόψουμε σχέσεις. Θεωρούμε ότι είναι διπλωματικά, πολιτικά και ουσιαστικά μη ωφέλιμο για τα συμφέροντα της χώρας.
Υπάρχουν παρεμβολές στην προσπάθεια με το σχέδιο «Αμάλθεια»;
Οτιδήποτε επιχειρήσει να πράξει η Κυπριακή Δημοκρατία στο διπλωματικό πεδίο, υπάρχει, είτε με εμφανή είτε με λιγότερο εμφανή τρόπο, προσπάθεια αποτροπής ή επηρεασμού. Είναι πολύ βαριά η σκιά της Τουρκίας και η Κυπριακή Δημοκρατία λειτουργεί εδώ και δεκαετίες κάτω από αυτή τη βασική παράμετρο. Και για τον ανθρωπιστικό διάδρομο, υπήρξαν και υπάρχουν προσπάθειες επηρεασμού, διπλωματικές όπως και ασύμμετρης φύσης. Το δεδομένο για εμάς είναι ότι πρέπει να προβλέψουμε και να αποτρέψουμε, σε κάθε περίπτωση, ενέργειες που δεδομένα θεωρούμε ότι γίνονται, χωρίς αυτό κατ’ ανάγκη να είναι πάντοτε ορατό.
Δεν ανησυχεί η Λευκωσία από τον ρόλο που φαίνεται να αποκτά η Τουρκία στο Ουκρανικό;
Η Τουρκία δεν απέκτησε τώρα τον γεωστρατηγικό της ρόλο. Αυτό που άλλαξε είναι ότι στη συγκυρία των τελευταίων ετών έχει διευρύνει τη διπλωματική και πολιτική της σημασία. Ο ρόλος της ενισχύεται και ίσως ενισχυθεί περισσότερο. Εμείς δεν μπαίνουμε σε λογική ανταγωνισμού με την Τουρκία ως προς τον βαθμό της επιρροής της. Δεν μπορεί κανείς να το επηρεάσει αυτό.
Αρα τι επιχειρείτε;
Προσπαθούμε να αυξήσουμε τη δική μας χρησιμότητα. Εχουμε αρκετά πλεονεκτήματα ως μέλος της ΕΕ, ως χώρα της περιοχής αυτής και με τις κρίσεις που έχουμε γύρω μας συνεχώς. Σε αυτό το πλαίσιο είναι και η προσπάθειά μας να φέρουμε την Τουρκία πίσω στον διάλογο για το Κυπριακό. Προσπαθούμε να εργαλειοποιήσουμε στον βαθμό του δυνατού και τις υποχρεώσεις της στα ευρωτουρκικά. Δεν είναι εύκολο. Εξαρτάται από τη βούληση του άλλου.
Και δεν υπάρχει, βέβαια, βούληση από πλευράς Αγκυρας…
Δεν βλέπουμε να υπάρχει διαφοροποίηση στη δημόσια ρητορική ή και στις κατ’ ιδίαν συζητήσεις που είναι υπόψη μας. Δεν μπορούμε όμως να μείνουμε αδρανείς και παθητικοί σε αυτό που συμβαίνει. Προσπαθούμε να δημιουργήσουμε λοιπόν αυτές τις συνθήκες με πλήρη επίγνωση της δυσκολίας που υπάρχει λόγω της στάσης της Τουρκίας, η οποία εν μέρει πηγάζει από την εκτίμηση του δικού της ρόλου αλλά και τη στρατηγική την οποία φαίνεται να έχει διαμορφώσει ως προς τα της Κύπρου και το πώς προσεγγίζει την Κυπριακή Δημοκρατία.
Έχει αλλάξει κάτι στη στρατηγική αυτή τα τελευταία χρόνια;
Υπάρχει επαναφορά της προσέγγισης για δύο κράτη, η οποία μεταφέρεται στην ηγεσία της τουρκοκυπριακής κοινότητας. Ομως, ταυτόχρονα, η Τουρκία επιχειρεί μια πολιτική μηδενικής έντασης σε ζητήματα τα οποία μπορεί δυνητικά να επηρεάσουν τις σχέσεις της με την ΕΕ με διάφορες εξισορροπιστικές ενέργειες. Σημασία έχει η ύφεση επί του πεδίου και όχι η θεωρητική ρητορική περί ύφεσης.
Η άλλη μεγάλη ανησυχία αφορά το ευρύτερο κλίμα της εποχής και της επιβολής λύσεων. Πόση πρέπει να είναι η ανησυχία για μια «ουκρανοποίηση» – ας την πούμε έτσι – του Κυπριακού;
Κοιτάξτε, υπάρχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον από όλους αυτές τις μέρες με το ουκρανικό ζήτημα. Είναι μια δυναμική κατάσταση. Αυτή τη στιγμή όλα τα δεδομένα τα έχει ένας πολύ μικρός κύκλος σημαντικών παικτών. Κανείς άλλος. Χρειάζεται υπομονή για να κάνουμε την ανάλυσή μας με βάση τα δεδομένα. Για παράδειγμα, μεγάλη σημασία έχει η αρχή, αλλά και το ελεύθερο της συναίνεσης.
Υπάρχει η δυνατότητα για πραγματική συναίνεση ή όχι;
Βλέπετε, εδώ μπαίνουμε στην πιθανολόγηση. Δεν έχουμε αυτή τη στιγμή πληροφόρηση για όλες τις παραμέτρους. Ακούμε για θέματα ασφαλείας, για εγγυήσεις. Πρέπει κάποιος να έχει την εικόνα. Επίσης ποια είναι θέση της ουκρανικής πλευράς. Αρα, αυτό που χρειάζεται τώρα να τονιστεί είναι ότι, ως θέση και της ΕΕ, η έμφαση είναι στήριξη της κυριαρχίας και της εδαφικής ακεραιότητας της Ουκρανίας, όπως και το παράνομο της ρωσικής εισβολής. Υπάρχει επίσης η πολύ βασική αρχή ότι δεν μπορεί να υπάρξει συζήτηση και κατάληξη για την Ουκρανία χωρίς την Ουκρανία. Αυτό ακριβώς συνδέεται με το θέμα της συναίνεσης. Μετά έρχεται η συζήτηση και η αξιολόγηση για τι είναι αυτό το οποίο προσφέρεται.