Η μικροκομματική γαλλική Κεντροδεξιά
Το κεντροδεξιό κόμμα των Républicains (LR) δεν θα ψηφίσει την πρόταση μομφής που κατέθεσε το ντουέτο ακροδεξιά Εθνική Συσπείρωση και ακροαριστερή Ανυπότακτη Γαλλία – και με την οποία απειλούσαν οι Σοσιαλιστές αν δεν υποχωρούσε η κυβέρνηση στις, κατά τη γνώμη της, «κακοποιητικές» μεταρρυθμίσεις.
Οι LR έχουν σημαντικό μέρος της ευθύνης για την κυβερνητική αστάθεια και για τις υποχωρήσεις που αναγκάζεται να κάνει η κυβέρνηση Λεκορνί. Οι LR ήταν το μοναδικό κόμμα, που, αν και διαθέτει μόνο 61 βουλευτές στην Εθνοσυνέλευση, μπορούσε, βάσει αρχών, αξιών και ιδεών, να επικυρώσει την πολιτική του Εμανουέλ Μακρόν: τη μεταρρύθμιση των συντάξεων και του μεταναστευτικού πλαισίου (κάτι που πιθανότατα θα απομάκρυνε αρκετούς ψηφοφόρους από τη Λεπέν), καθώς και τα δημοσιονομικά μέτρα για τη μείωση των χρεών και των ελλειμμάτων που πρότεινε η κυβέρνηση Μπαϊρού τον περασμένο μήνα. Τα υπόλοιπα κόμματα της Ακροδεξιάς και της Αριστεράς έχουν τεράστιες ιδεολογικές αποκλίσεις από την προεδρία· η πελατεία τους απαιτεί πολύ διαφορετικά πράγματα από εκείνα που πρεσβεύουν ο Μακρόν και οι πρωθυπουργοί των διαδοχικών κυβερνήσεων από το 2017.
Ηδη, από την προεκλογική περίοδο του Μακρόν, οι Républicains έχασαν στελέχη τα οποία μετακινήθηκαν στον χώρο «En Marche» που ο τότε υποψήφιος πρόεδρος ξεκίνησε τον Απρίλιο του 2016, με σκοπό να δημιουργήσει ένα σύγχρονο Κέντρο που δεν τοποθετείται στη μέση της Δεξιάς και της Αριστεράς αλλά υπερβαίνει τις παραδοσιακές παρατάξεις. Στην πρώτη κυβέρνηση Μακρόν, τον Μάιο του 2017, με πρωθυπουργό τον Εντουάρ Φιλίπ από τους LR, συμμετείχαν δύο υπουργοί από το ίδιο κόμμα: ο Μπρινό λε Μερ και ο Ζεράρ Νταρμανίν. Πράγμα που επιδείνωνε την κρίση ταυτότητας της γαλλικής Κεντροδεξιάς, η οποία χρονολογούνταν από το 2002 όταν ο Ζακ Σιράκ ενοποίησε τον κορμό του ανανεωτικού γκωλισμού – το Rassemblement pour la République (RPR) που είχε ιδρυθεί το 1976 – με τους φιλελεύθερους-κεντρώους – Démocratie Libérale, συσπειρώσεις προερχόμενες από την Union des démocrates pour la Ve République (UDF) που είχε ιδρύσει ο Ζισκάρ το 1978 – δημιουργώντας ένα νέο κεντροδεξιό κόμμα, την Union pour un Mouvement Populaire (UMP). Αργότερα, μετά την ήττα του Σαρκοζί το 2012, η UMP δοκιμάστηκε από εσωτερικές διενέξεις κι από το σκάνδαλο Bygmalion (υπερβάσεις δαπανών, εικονικά τιμολόγια: ο Σαρκοζί δεν τη γλίτωσε τελικά)· το 2015, μετονομάστηκε σε Les Républicains. Με την αλλαγή του ονόματος οι LR προσπάθησαν να επανιδρυθούν τονίζοντας τη φυσιογνωμία τους ως κόμμα που αγωνίζεται για την κοσμικότητα του γαλλικού κράτους έναντι της ισλαμικής επιρροής.
Το 2016 ο Φρανσουά Φιγιόν επικράτησε στις προκριματικές του κόμματος, αλλά ένα σκάνδαλο ευνοιοκρατίας (το «Penelopegate») τίναξε στον αέρα την προεκλογική του εκστρατεία· ο Φιγιόν έμεινε εκτός β’ γύρου και ο Μακρόν εξελέγη, αποσπώντας, όπως είπα, από τους LR τρία στελέχη και πολλούς ψηφοφόρους. Παραλλήλως, οι LR φυλλορροούσαν προς τα δεξιά: καθώς η Εθνική Συσπείρωση εμφανιζόταν ως κόμμα του δημοκρατικού τόξου, οι LR αναζήτησαν πιο δεξιό προφίλ με επικεφαλής τον Λοράν Βοκιέ (2017-2019) και στη συνέχεια με τον Κριστιάν Ζακόμπ (2019-2022) που είχε πιο «θεσμικό» ύφος. Το Βατερλώ τους ήταν η υποψηφιότητα της Βαλερί Πεκρές στις προεδρικές του 2022· μια από τις πιο ατυχείς εμφανίσεις των τελευταίων δεκαετιών· η Πεκρές δεν άξιζε ούτε το 4,78% που απέσπασε τελικά. Οι LR συρρικνώθηκαν. Στη συνέχεια, τον Ιούνιο του 2024, ο τότε πρόεδρός τους, Ερίκ Σιοτί, ανακοίνωσε αιφνιδίως, με τη φαιδρότητα που χαρακτηρίζει συχνά τη συμπεριφορά της γαλλικής Κεντροδεξιάς, τη συνεργασία του με την Εθνική Συσπείρωση στις πρόωρες βουλευτικές εκλογές· όπως αναμενόταν, το πολιτικό γραφείο τον διέγραψε και ο Σιοτί έστησε ένα παρακλάδι της Λεπέν, την Union des droites pour la République (UDR).
Τον Μάιο του 2025 πρόεδρος των LR εξελέγη ο Μπρουνό Ρεταγιό δηλώνοντας αυτονομία έναντι τόσο του Μακρόν όσο και της Εθνικής Συσπείρωσης, μολονότι ήταν υπουργός Εσωτερικών στην κυβέρνηση Μπαϊρού (όπως και προηγουμένως στην κυβέρνηση Μπαρνιέ)· διατήρησε το πόστο του και στη βραχύβια κυβέρνηση Λεκορνί I. Μόνον όταν φτάσαμε στη φάση Λεκορνί II – το σημερινό κυβερνητικό σχήμα – ο Ρεταγιό «αυτονομήθηκε», διαγράφοντας με μια θεαματική χειρονομία από τους LR τα έξι στελέχη που παρέμειναν υπουργοί, μεταξύ των οποίων τη Ρασίντα Ντατί (η οποία, περιέργως, δεν λείπει από κανένα υπουργικό συμβούλιο). Αφού οι LR έδιωξαν μερικά από τα καλύτερα στελέχη, ο Ρεταγιό κινδυνεύει να μείνει μόνος σε ένα κόμμα χωρίς ρόλο.
Οι ιδεολογικές διαφορές μεταξύ των LR και του μακρονικού χώρου (Renaissance, MoDem, Horizons) είναι περιορισμένες· σχετίζονται κυρίως με την παράδοση του γκωλισμού, την οποία συνεχίζουν κουτσά – στραβά οι LR. Στο εσωτερικό τους, όπως συμβαίνει πάντοτε, συνυπάρχουν μετριοπαθείς (π.χ. ο κύκλος του Αλέν Ζιπέ) και δεξιοί (Βοκιέ, Ρεταγιό) που επιμένουν ιδιαίτερα στα ζητήματα της ασφάλειας και της γαλλικής ταυτότητας. Αλλά η πολιτική του κόμματος χαρακτηρίζεται περισσότερο από μικροκομματισμό και στρατηγική αμφιθυμία παρά από ιδεολογία.
Παρότι στη Γερουσία (όπου υπερισχύει η Δεξιά) το άρθρο για συνταξιοδότηση στα 64 έτη πέρασε με τις ψήφους των LR και παρότι η πλειονότητα των βουλευτών απείχε ή καταψήφισε εκείνη την πρόταση μομφής, επιτρέποντας την de facto επιβίωση του νόμου, οι LR δεν δείχνουν διάθεση να στηρίξουν την προεδρία και να αποτρέψουν τους κλυδωνισμούς. Η αντιπολιτευτική τους στάση, όταν ο Μακρόν διέλυσε την Εθνοσυνέλευση μετά την ήττα του στις ευρωεκλογές του 2024, δεν ήταν απλώς «λάθος»· ήταν έλλειψη πατριωτισμού. Τώρα είναι αργά: η αντιμακρονική μανία που επικρατεί στο κόμμα τους και σε όλα τα ΜΜΕ τα οποία επηρεάζουν έχει συμβάλει στη σταθερή δημοτικότητα της Εθνικής Συσπείρωσης. Οσο για την Αριστερά και την Ακροδεξιά, ο αντιμακρονισμός τους είναι εύλογος: η Αριστερά (συμπεριλαμβανομένων πολλών Σοσιαλιστών) επιδιώκει ριζική συνταγματική αναθεώρηση και αλλαγή πολιτεύματος· η Λεπέν επιδιώκει να φύγουν όλοι και να κυβερνήσει μοναχή της. Τι επιδιώκουν οι LR; Δεν έχω ιδέα.